Έχοντας περάσει την χρονική μέση της βόλτας το δικό μου μυαλό αρχίζει και παίζει διάφορα παιχνίδια. Η μέρα ήταν προγραμματισμένη για επίσκεψη στις Πρέσπες και εγώ ταξίδευα σε άλλα μέρη. Σκεφτόμουν τι θα κάνω την επόμενη μέρα, τον επόμενο μήνα, τον επόμενο χρόνο. Χάρτες και πόλεις και διαδρομές δεξιπλώνοντας στο μυαλό μου. Ξεκινήσαμε νωρίς το πρωί, από τον ίδιο δρόμο προς το χιονοδρομικό της Βίγλας. Όσες φορές και να το κάνεις αυτό το κομμάτι από την Φλώρινα ως το χιονοδρομικό δεν το χορταίνεις. Άφησα την παρέα να φύγει μακριά ώστε να έχω τον χώρο να οδηγήσω όπως μ' αρέσει. Έξοδος προς τις Πρέσπες και μετά από λίγο από την κορυφή του λόφου βλέπω τις Πρέσπες, αυτό το υδάτινο φυσικό σύνορο τριών χωρών μπροστά μου. Κατηφορίζω γεμίζοντας εικόνες και τους φτάνω λίγα χιλιόμετρα πριν τον Αγ. Αχίλλειο. 

 

Το πέρασμα της πλωτής, σχεδόν 700 μέτρων, γέφυρας και μόνο σε κάνει να  νιώθεις δέος. Μέχρι το 2000 οι μικροί μαθητές που κατοικούσαν στον Αγιο Αχίλλειο, ήταν υποχρεωμένοι να διασχίζουν τον χειμώνα πεζή την παγωμένη και κατά συνέπεια πολύ επικίνδυνη επιφάνεια, για να πάνε σχολείο. Απαραίτητη στάση πάνω στην γέφυρα και κρατώντας την ανάσα, σταμάτησα να ακούσω τους ήχους της φύσης. Πουλιά να δημιουργούν μια ξεχωριστή ορχήστρα που δεν την ακούς κάθε μέρα. Πάνω στο νησί έχει έντεκα σπίτια. Ο Θρύλος λέει πως το δωδέκατο πάντα καταρρέει. 

 



Έκανα όλο τον γύρο του νησιού για να θαυμάσω το μεγαλείο της λίμνης από ψηλά. Άλλωστε μου έκανε το κέφι ο καιρός και παρά τις προβλέψεις για βροχές και τοπικές καταιγίδες ήμουν με το κοντομάνικο συνεχώς και έβραζα μέσα στις μπότες. Τι να πρωτοδείς και που να πρωτοσταματήσεις; Υποχρεωτικά φυσικά σταμάτησα και θαύμασα τον ερειπωμένο βυζαντινό ναό του Αγ. Αχιλλείου. Ένας ναός που χτίστηκε πάνω σε έναν παλαιοχριστιανικό ναό του 6ου αιώνα. Πόσες ιστορίες, περπατώντας ανάμεσα στα χαλάσματα είχα αυθυποβληθεί τόσο πολύ που νόμιζα ότι ένιωθα τα φαντάσματα του παρελθόντος να κινούνται γύρω μου.

 

Φύγαμε για τους Ψαράδες, και είχα σκοπό να κάνω βόλτα στην λίμνη με τις βάρκες που νοικιάζονται εκεί. Δεν μου έκανε το χατίρι ο χρόνος αφού η αναμονή ήταν τεράστια, αλλά αυτό είναι μια καλή δικαιολογία για να ξαναταξιδέψω σε αυτούς τους τόπους. Μια μίνι σύσκεψη της παρέας και σπάσαμε σε τρεις ομάδες. Η πρώτη ομάδα θα γύριζε στην Φλώρινα να βρει κάποιους φίλους που ερχόταν να μας δουν. Η δεύτερη ομάδα θα συνέχιζε προς το Νυμφαίο με την ελπίδα να μπορέσουν να μπουν στις ξεναγήσεις του Αρκτούρου, γιατί η ώρα είχε περάσει. Εγώ με τον Μιχάλη, τον Στάθη και τον Γρηγόρη, μαζί με τις γυναίκες μας αποφασίσαμε να ξαναπάμε Καστοριά. 

 



Μόλις μου έγινε η πρόταση, αμέσως δέχτηκα αφού είχα χρωστούμενα από χτες. Άφησα τους υπόλοιπους να φύγουν, γιατί εγώ ήθελα να σταματήσω για φωτογραφίες. Το ποτάμι που κυλούσε στο πλάι του δρόμου. Τους τεράστιους ογκόλιθους που είχαν ξεκολλήσει από την πλαγιά.  Τα μικρά πετρόχτιστα γεφύρια. Θυμόμουν ακριβώς κάθε σημείο που ήθελα να σταματήσω. Ξαφνικά βλέπω από την πλαγιά δεξιά μου να κατεβαίνει μια ομάδα μουλαριών φορτωμένα με ξύλα υλοτόμων. Σταμάτησα να τα φωτογραφήσω αλλά δεν μου επέτρεψαν οι εργάτες. Σημεία των καιρών, όπου φοβόμαστε και τον ίσκιο μας κάτω από την ομπρέλα του politically correctness. 

 

Χάθηκα περπατώντας στους δρόμους της Καστοριάς, χαζεύοντας παλιά αρχοντικά και μαγαζιά μια άλλης εποχής όταν η Καστοριά ήταν το κέντρο της γούνας. Τελειώσαμε την βόλτα μας, οδηγώντας στην παραλίμνια διαδρομή, κάτω από μεγάλα πλατάνια που δημιουργούν ένα τοπίο ειδυλλιακό, ειδικά όταν το συνδυάζεις βλέποντας ανθρώπους να ψαρεύουν χωρίς άγχος, πελεκάνους και γερανούς να απογειώνονται από τα νερά της λίμνης. Ήταν τέτοια η ώρα που δεν κατάφερα να κάνω μια επίσκεψη στο Σπήλαιο του Δράκου, αλλά είπαμε χρωστούμενα για μια επόμενη επίσκεψη. Αποφασίσαμε να γυρίσουμε από τον νότιο δρόμο και να μην ξανανεβούμε προς Βίγλα ή Βίτσι και έτσι συνεχίσαμε προς Άργος Ορεστικό και Δισπηλιό, ενώ από εκεί κατευθυνθήκαμε Βορειοανατολικά προς Κλεισούρα, Λέχοβο και Ξινό Νερό με προορισμό την Φλώρινα. Φτάνοντας στο ξενοδοχείο το κοινό μας ταξίδι είχε τελειώσει. 

 

Η επόμενη μέρα είχε επιστροφή, αλλά εμένα κάτι μου έλειπε. Νωρίς το πρωί αποφασίζω με την Ρούλα να μην επιστρέψουμε απευθείας Αθήνα. Να κινηθούμε λίγο πιο Βόρεια. Δεν χρειαστήκαμε πολύ για να το πάρουμε απόφαση. Αποχαιρετήσαμε την παρέα, φορτώσαμε και ξεκινήσαμε. Φτάνοντας στο συνοριακό φυλάκιο της Νίκης, μια απίστευτη αίσθηση με γέμισε. Σαν μόλις τώρα να άρχιζε το ταξίδι, ενώ στην πραγματικότητα πηγαίναμε απλά για ένα καφέ. Πολύ γρήγορα τελειώσαμε τις συνοριακές διατυπώσεις και πέρασε στο έδαφος της γειτονικής χώρας, που το όνομα της τα τελευταία τριάντα χρόνια είναι σημείο διαμάχης. 

 

Για κάποιο λόγο οι γείτονες τηρούν αυστηρά τα όρια ταχύτητας παντού, με αποτέλεσμα να κάνω το ίδιο και εγώ. Αφού περάσαμε την Bitola (Μοναστήρι) με τα χαρακτηριστικά τετράγωνα κτίρια, απομεινάρια της Σοβιετικής επιρροής, μπήκαμε σε πραγματικά όμορφα μέρη. Κινηθήκαμε Δυτικά, βορειοδυτικά προς την Οχρίδα, κάνοντας τον γύρο του Βαρνούντα. Μικρά χωρία, τζαμιά δίπλα σε εκκλησίες και SUV δίπλα σε κάρα που τα έσερναν άλογα. Οι αντιθέσεις παντού από τα σπίτια μέχρι τον κόσμο. 




Η άφιξη στο λιμάνι της Οχρίδας σε αποζημιώνει. Μπροστά σου έχεις την λίμνη, δεξιά το μεσαιωνικό κάστρο του Σαμουήλ και από κάτω την παλιά πόλη. Πάρκαρα την μηχανή πληρώνοντας 1 ευρώ για δυο ώρες, και ξεκινήσαμε με την Ρούλα την εξερεύνηση. Η Οχρίδα έχει 365 εκκλησίες. Μια για κάθε μέρα αλλά εμείς δεν ήμασταν εκεί γι' αυτό. Χωθήκαμε μέσα στα στενά της παλιάς πόλης, διαβάζοντας επιγραφές σε τοίχους για την ιστορία κάθε κτιρίου. Περπατήσαμε σε δρόμους με πετρόλιθους και ανηφορίσαμε μέχρι κάτω από τα τείχη του κάστρου. Επιστροφή για καφέ στα πολύβουα μαγαζιά του λιμανιού, και μετά περπάτημα ξανά στον πεζόδρομο της αγοράς. Οι αντιθέσεις ακόμη και εκεί. Δίπλα στα τουριστικά μαγαζιά, μεγάλες φίρμες, και παραδίπλα πάγκοι με φρούτα και λαχανικά. 

 

Λένε πως για να γνωρίσεις μια πόλη πρέπει να επισκεφτείς την αγορά της. Είναι το βίτσιο μου και εμένα να ψάχνω σε κάθε πόλη την αγορά της, η το παζάρι στις πόλεις της Ανατολής. Χάνομαι κάθε φορά σε αναμνήσεις όταν βρίσκομαι σε τέτοιες αγορές. Ζηλεύω φίλους που οργανώνουν ταξίδια που έχω ήδη κάνει, αλλά θέλω να ξαναπάω. Δυστυχώς ο καιρός περνάει και οι υποχρεώσεις αλλάζουν. Πλέον ούτε τον χρόνο έχω να λείψω τόσο καιρό, ούτε και τα χρήματα αφού πληρώνω συνεχώς και νέες δημιουργούμενες υποχρεώσεις. Ακόμη και η Οχρίδα που για να πεις ότι την γύρισες θέλεις 2-3 μέρες για μένα ήταν υπέρβαση, αφού το επόμενο πρωινό είχα ήδη κλεισμένα ραντεβού. Φύγαμε πάλι με χρωστούμενα και αυτό είναι καλό... διότι όπως λέει ένας φίλος "Το επόμενο ταξίδι, γίνεται στο μυαλό την ώρα που επιστρέφεις".