Ο χειμώνας σε γενικές γραμμές μια χαρά εποχή είναι. Εχει κρύο, καιρός για δύο, αγκαλίτσες στο τζάκι και τα σχετικά. Οταν φυσικά τα παιδιά κοιμούνται γιατί τότε έχει "Μαμάααα, που είναι το φωτόσπαθο μου;", "Μπαμπά θα μου φτιάξεις το computer γιατί δεν παίζει το ηχείο;". Τέλοσπάντων, τον χειμώνα φοράς και ένα ρούχο παραπάνω και όλα καλά. Το καλοκαίρι τι να κάνεις στην ζέστη; Να βγάλεις το δέρμα σου, δεν γίνεται. Ειδικά όταν είσαι τριχωτό αγόρι, κουβαλάς μονίμως ένα μάλλινο πουλόβερ. 

Είναι όμως ρε παιδί μου και αυτές οι βροχές  που οι δρόμοι είναι ακόμη σκονισμένοι, που έχεις ξεχάσει πως είναι μέσα στα αδιάβροχα και πως μουλιάζεις. Αλλάζουν οι συνήθειες σου και ξεκινάς με διαφορετική ρουτίνα. Όταν καβαλάς μηχανή, το πρωί όταν ξυπνάς πρώτα κοιτάς έξω από την μπαλκονόπορτα και μετά πίνεις καφέ. Ρίχνεις του ανάλογους διαόλους όταν βλέπεις τα μαύρα σύννεφα και ξεκινάς την απαραίτητη προετοιμάσια. Πρώτα διαλογίζεσαι με κλειστά τα μάτια να φτάσεις σε αυτή την κατάσταση ζεν που τίποτα δεν σε ταράζει. Ξέρεις ότι θα βρεις κίνηση. 'Οταν λέμε κίνηση πολύ κίνηση, ένα πελώριο parking όλοι οι δρόμοι. Θα βρεις τον κάθε πικραμένο να κάνει ότι ηλιθιότητα σκεφτεί για να κερδίσει 2 δευτερόλεπτα και 23 εκατοστά στην διαδρομή του για την δουλειά. Θα αλλάζει λωρίδα κάθε 95 nanosecond και την στιγμή εκείνη η προήγουμενη λωρίδα του θα προχωράει και θα ξαναγυρίζει στην προηγούμενη. Μοντελοποιείς την διαδρομή σκεφτόμενος όλες τις παγίδες που έχεις δει τις στεγνές μέρες, όλοι οι πιλότοι MotoGP άλλωστε το κάνουν, γιατί όχι εγω, και βγάζεις την ιδανική διαδρομή.

Στην συνέχεια αρχίζει η πραγματική προετοιμασία του σώματος, λίγο streching για να μην βγείς πιασμένος έξω και να είσαι έτοιμος μόλις νιώσεις την πίσω ρόδα να γλυστράει στα σαπουνόνερα να την αντιμετωπίσεις. Για την μπροστινή ρόδα, απλά προσεύχεσαι καθημερινά να μην σου φύγει. Κατά προτίμηση σε όλους τους θεούς και όλες τις θρησκείες. Και έρχεται το τελικό εκείνο στάδιο του ντυσίματος...πάνω από τα ρούχα σου.

Φοράς τις επιγονατίδες, και στην συνέχεια το αδιάβροχο παντελόνι. Βάζεις τις μπότες της μηχανής και στην περίπτωση που είναι λίγο παλιές από πάνω γκέτες (δεν υπάρχει χειρότερο πράγμα από μια ολόκληρη μέρα με βρεγμένες κάλτσες). Από πάνω βάζεις το μπουφάν και πάνω από αυτό το αδιάβροχο τζάκετ σου. Φοράς το κράνος σου και παίρνεις τα κλειδιά σου...Ωπ...που είναι το κλειδί της μηχανής; ΓΜΤ, το κλειδί το είχες βάλει στο παντελόνι χτες. Βγάζεις το κράνος, ανοίγεις το αδιάβροχο, ξεκουμπώνεις το μπουφάν, κατεβάζεις το αδιάβροχο παντελόνι, έχουν ξυπνήσει τα παιδιά και η γυναίκα σου, γελάνε και σε δείχνουν, εσυ βρίζεις μέσα από τα δόντια σου, αυτοί συνεχίζουν και γελούν και κάπως έτσι η μισάωρη προετοιμασία ντυσίματος έχει ολοκληρωθεί αφού ανεβάζεις το αδιαβροχο παντελόνι πηδώντας και κατεβαίνοντας τα σκαλοπάτια για το γκαράζ.

Και βγαίνεις στον δρόμο ξέγνοιαστος καβαλάρης με την βροχή να σου χτυπάει το κράνος, την ζελατίνα να θαμπώνει, να γάντια να μουσκεύουν (γμτ τελικά δεν ήταν αδιάβροχα όπως έλεγε η διαφήμιση), το νερό να κυλάει από το ντεπόζιτο στα παπάρια σου και ξεκινάς γρήγορα για την δουλειά με ταχύτητα 5 χλμ/ώρα. Εκτός φυσικά και αν φρόντισες να μάθεις καλλιτεχνικό πατινάζ επί πάγου. Διότι οι Ελληνικοί δρόμοι, βρεγμένοι, έχουν πρόσφυση με συντελεστή τριβής μκ = 0,03 (πάγος με πάγο). Φροντίζεις να αποφύγεις κλαδιά που κυλούν, σκουπίδια που τα πήρε το ρέμα, αυτοκίνητα που πετάγονται από παντού, να περάσεις από λίμνες και ποτάμια που έχουν δημιουργηθεί, και μετά από ένα εφιαλτικό μισάωρο που νομίζεις ότι πέρασες το Camel Trophy ή το Paris Dakar βρεγμένο, φτάνεις στην δουλειά σου. 

Πρώτη κίνηση αν θέλεις να φτάσεις και στο σπίτι το μεσημερί, είναι να γονατίσεις στο πάτωμα και να φιλήσεις το έδαφος, ευχαριστώντας τους θεούς που έφτασες σώος. Και μετά πρέπει να βγάλεις όλα αυτά που φοράς. Και πίστεψε είναι χειρότερο από το σπίτι γιατί εκεί εκτός από το ότι δεν έχεις τον απαραίτητο χώρο, έχεις περισσότερους να γελούν (αυτο που γελούν δεν το έχω καταλάβει).